«Οι απόψεις που σας παραθέτω παρακάτω είναι προσωπικές.
Είναι επώνυμες, διότι πρέπει επιτέλους κάποιοι να σεβαστούν τους κόπους όσων ασχολούνται με το άθλημα και καταθέτουν την αγάπη και το όραμα τους.
Οι σύλλογοι που προσπαθούν να δουλέψουν τα αναπτυξιακά τους τμήματα μέσα από μια ορθολογική διαδικασία, μακριά από τις παρεμβολές γονέων και μαζεμάτων του 10%, το τελευταίο διάστημα, εκτός των άλλων αντιμετωπίζουν και ένα άλλο πρόβλημα, τους λεγόμενους εθνικούς προπονητές.
Από την προηγουμένη χρονιά σε συζητήσεις που κάναμε με παιδιά του συλλόγου που συμμετείχαν σε κλιμάκια και ομάδες εθνικού επιπέδου, διαπιστώσαμε παρεμβάσεις των προπονητών των εθνικών ομάδων.
Προέτρεπαν τα παιδιά ν αλλάξουν συλλόγους και «αγωνιστικό επίπεδο» διότι δεν θα τα ξανακαλούσαν στις εθνικές ομάδες.
Τον εκβιασμό τον ξεπεράσαμε, διότι τα παιδιά ήταν μαθητές και ήμασταν όλοι σε μια χρονιά αναμονής.
Το φετινό καλοκαίρι όμως το φαινόμενο εκτραχύνθηκε.
Τα παιδιά, από πληροφορίες που είχαμε κατά την διάρκεια της προετοιμασίας και των αγώνων και σε πολύ μεγάλη ένταση, όταν γυρίσανε πίσω από τις υποχρεώσεις τους σε όλες τις ομάδες, που δεν είχαν το «επίπεδο» που αυθαίρετα οι προπονητές των εθνικών ομάδων έβαλαν, ζητάν επίμονα ν αλλάξουν ομάδα διότι είναι όρος απαράβατος της κλήσης τους στην εθνική ομάδα.
Με λίγα λόγια η αλλάζετε ομάδα η δεν σας ξανακαλούμε.
Ξαφνικά ο σχεδιασμός μιας ομάδας, οι προσλήψεις προπονητών, το οργανωτικό πλαίσιο που επίμονα και με κόπο όλοι προσπαθούν να υλοποιήσουν, τινάζεται κυριολεκτικά στον αέρα.
Από κοντά ομάδες που απαρτίζονται από δώδεκα το πολύ δεκαπέντε αθλητές, διαλέγουν έναντι πινακίου φακής παιδιά, που άλλοι δούλεψαν για πολλά έτη δίχως κόπο, διότι έτυχε να είναι στην κατηγορία που η συγκυρία βόλεψε.
Επειδή νομίζω πως ο κόμπος έχει φτάσει στο χτένι, η ομοσπονδία, οι προπονητές των μικρών εθνικών ομάδων και προσφάτως των μεγάλων Δρικος κ.α θα πρέπει ν απαντήσουν.
1. Υπάρχει σχεδιασμός να προωθηθούν τα παιδιά σε συγκεκριμένες ομάδες μεγάλων κατηγοριών και εάν ναι, τα σωματεία προέλευσης των αθλητών τι ρόλο παίζουν, του θύματος?
2. Τι θ απαντάμε στο κάθε παιδί, αγόρι και κορίτσι από τα διακόσια πενήντα που έχουμε στις υποδομές μας, κάθε φορά που κάποιοι επαΐοντες θα το προτρέπουν ν αλλάξει επίπεδο και ομάδα δίχως ν ερωτηθεί το σωματείο του.
Οι άλλοι γνωρίζουν εμείς δεν έχουμε άποψη?
3. Γνωρίζει ο εθνικός προπονητής τις συνθήκες προπόνησης που οι ομάδες γενικώς παρέχουν στους αθλητές τους?
4. Εάν κάποιες κάνουν έστω δυο, τρεις προπονήσεις και δεν εμφανίζονται από αγώνα σε αγώνα?
5. Με ποια λογική και ποια κριτήρια εκβιάζουν τα παιδιά, με εκφράσεις περί αλλαγής αγωνιστικού επιπέδου?
6. Ποιο είναι τελικά αυτό το επίπεδο που εμείς δεν έχουμε.? Να το πληροφορηθούμε επιτέλους
7. Το σωματείο μας επανειλημμένα και με χαρά φιλοξένησε στο γήπεδο προπονήσεις των κλιμακίων και των εθνικών ομάδων.
Δεν περίμενε κανείς από εμάς, πως πίσω από την πλάτη μας θα παιζόταν
ύπουλο παιχνίδι.
Υπάρχει σκεπτικισμός. εάν θα πρέπει να συνεχίσει ο ομάδα να φιλοξενεί όσους
την επιβουλεύονται.
8. Μήπως είναι καλύτερα για τον σύλλογο μας να παρατήσουμε όλες τις προσπάθειες δημιουργίας, υποδομών και ανάπτυξης, που θέλουν χρόνο και θυσίες για ένα αμφισβητούμενο αποτέλεσμα?
Εξοικονομούμε χρήματα σε μεταγραφές «εμπείρων» αθλητών και αθλητριών.
Επίσης, κάποιοι αφελείς θα δουλεύουν και με το πρόσχημα του επιπέδου θα γεμίζουν άκοπα και κυρίως φθηνά την ομάδα μας.
Αυτά τα ερωτήματα και άλλα πολλά θα μπορούσαν να γραφούν στην σημερινή επιστολή.
Το κυριότερο όμως είναι επώνυμα, η ομοσπονδία και το κλιμάκιο εθνικών προπονητών Δρικος κ.α να μας γνωστοποιήσουν τι και το πως σκέπτονται.
Να αξιολογήσουμε και εμείς μέσα από αυτή την πληροφόρηση τις κατευθύνσεις και το σχεδιασμό της ομάδας μας και να ασχοληθούμε με την επιφάνεια.
Θα είναι ευκολότερο και μάλλον αποδοτικότερο.
Δεν γνωρίζω βέβαια εάν υπάρχει απάντηση στα παραπάνω αλλά και σε εκατοντάδες ερωτήματα μελών σωματείων που δίνουν άπειρο προσωπικό χρόνο και εισπράττουν στην καλύτερη των περιπτώσεων την άρνηση.
Προτρέπω τα σωματεία, κύτταρο του αθλητισμού, ν αναλάβουν τις ευθύνες τους στην κοινωνία και στα παιδιά αθλητές.
Η ανάδειξη της τοπικότητας, της άμιλλας, της κοινωνικής παρέμβασης και η δημιουργία ολοκληρωμένων προσωπικοτήτων είναι χρέος των σωματείων.
Κυριάκος Θεοδωρίδης
μέλους του Επίκουρου Πολίχνης